Τρίτη 17 Αυγούστου 2010

Καλοκαίρι ... 2010




Πάει καιρός που έχω να bloggάρω! Νιώθω όμως την ανάγκη να μοιραστώ μαζί σου στιγμές που μου έμειναν απ' το φετινό καλοκαίρι... Προτιμώ να στα γράψω. Είναι πολλές μεμονωμένες στιγμές στο νου μου. Σίγουρα θα ξεχάσω μερικές. Ελπίζω όμως να αναφέρω τις σημαντικότερες και αυτές που μου προξένησαν εντύπωση. Αρχίζω λοιπόν. Δε θα ξεχάσω...

1) Τη μικρή Αννούλα με τις τεράστιες πράσινες ματάρες , κάπου στην Κρήτη , που χτίζει πύργους ανέμελη στην άμμο , χωρίς να φοβάται τίποτα. Ούτε τα κύματα , ούτε το μπάτη που προς στιγμή γκρεμίζει τα ...όνειρά της.

2) Τον πατέρα της Αννούλας, να συνδράμει περήφανα στα όνειρα της κόρης του, σκάβοντας, χτίζοντας, παίζοντας, γελώντας...

3) Τον παππούλη με την περπατούρα παρέα με τη γυναίκα της ...ζωής του , να προσπαθεί να βρέξει τα πόδια του στην παραλία.

4) Το ξένο ζευγαράκι απέναντι , που απολαμβάνει τις αμμουδιές της πατρίδας . Γαμώτο. Ο κόσμος είναι τόσο ...ατελείωτος και ... τέλειος.

5) Τον κυρ-Μάνο, πάνω στη Jamaica (ψαροκάικο), να κουβαλά πάνω στους ώμους του ένα τεράστιο φαγκρί, έτοιμο προς... κατανάλωση.

6) Το γκαρσόνι της ψαροταβέρνας που πρόθυμα μας εξυπηρετεί λες και μας γνωρίζει ...χρόνια. Του αξίζει το πουρμπουάρ.

7) Την όμορφη γατούλα κάτω απ' τα πόδια μου, που περιμένει πώς και πώς λίγη ...ελεημοσύνη.

8) Τον νεοέλληνα , με 3 κινητά παραμάσχαλα , ξυρισμένο απ' την κορφή ως τα νύχια , ντοπαρισμένο με κρεατίνες , να παίζει ρακέτες στην παραλία , παριστάνοντας τον ...James Bond.

9) Τη σύγχρονη ελληνίδα, στην τρίχα (στην παραλία πηγαίνεις, χαλάρωσε!), κρατώντας περιχαρής τη louis vuitton που αγόρασε πριν από έναν πλανόδιο, απολαμβάνοντας τον freduccino της, όπως το κάνουν οι ... λεφτάδες.

10) Τους νεολαίους , που ψάχνουν λαίμαργα γκόμενες , έχοντας ήδη καταναλώσει 5 λίτρα οινόπνευμα έκαστος.

11) Τις ...γκόμενες , που το παίζουν δύσκολες μέχρι το ... 24ο σφινάκι.

12) Την ελληνίδα μάνα , να διαβάζει πώς περνάει η Μενεγάκη στις διακοπές της , ενώ το παιδάκι της κλαίει στην παραλία επειδή δεν του δίνει σημασία.

13) Τη Γιώτα, τη barwoman, τον Νίκο, αυτόν με τις ξαπλώστρες, να πουλάνε άνευ απόδειξης τις υπηρεσίες τους.

14) Τους καταστηματάρχες, που εν μέσω οικονομικής κρίσης , μας παρακαλάνε για να κάτσουμε στα μαγαζιά τους..

15) Ένα αθώο μικρό παιδάκι , φορτωμένο με ένα ακορντεόν στις πλάτες , να ζητιανεύει παίζοντας ένα γαλλικό βαλς..

16) Μια παρέα Ολλανδών και Ελλήνων, που έχουν γνωριστεί στην παραλία, να κλαίνε την ώρα του αποχωρισμού στο αεροδρόμιο. Και ναι, αυτό είναι το μεγαλείο της παγκοσμιοποίησης.

17) Έναν άγγελο , που πέρασε από μπροστά μου , και όπως πέρασε έφυγε , αλλά η εικόνα της παραμένει στη θέση της. Ανώνυμη. Αξέχαστη.

18) Τον κόκκινο ήλιο να πνίγεται μέσα στο βαθύ πέλαγος ...

19) Το φεγγάρι να κάνει βόλτα στης αγάπης μου την πόρτα...

20) Εμένα , να προσπαθώ να αποθηκεύσω στιγμές στο μυαλό μου , σαν ένας εναλλακτικός... φωτογράφος.


To be continued...

Δευτέρα 10 Αυγούστου 2009

Κουτσομπολεύοντας...




Μεσημέρι. Οι θείοι λείπουν για διακοπές. Περιμένουμε τον πατέρα μου να γυρίσει από τη δουλειά για το γεύμα. Η μητέρα μου , έχει αναλάβει χρέη μαγείρισσας ...λόχου. Οι ξαδέρφες , έχουν έλθει. Το γεύμα ξεκινάει. Αφού τσουγκρίσουμε , το μυστήριο της θείας ευχαριστίας, διακόπτεται κατά διαστήματα, για διάφορα ...κουτσομπολιά. Ο άνθρωπος αρέσκεται στο να σχολιάζει καταστάσεις και πράγματα. Είναι το καλύτερό του. Η ανόσια στα προβλήματά του, το ελιξήριο της ζωής του. Ο αγιασμός των σκέψεών του. Πρώτο όργανο σε αυτά οι ξαδέρφες. Μεγάλη ειδικότητα. Τέτοιου βαθμού, που νομίζω ότι είμαι τόσο άσχετος απ' τα τεκταινόμενα της πόλης, που μου 'ρχεται να βάλω τα κλάματα. Κρατιέμαι όμως. Ακούω με περιέργεια τα όσα λέγονται. Ανάμεσά σε αυτά, κάτι μου προξένησε φοβερή εντύπωση και θα ήθελα να το μοιραστώ μαζί σου.

Λέει η ξαδέρφη μου... "Ακούστε, ακούστε, δε θα το πιστέψετε". Νόμιζα ότι θα πει για το ξενοπήδημα της Νίτσας από απέναντι με τον Τάκη τον περιπτερά. Αυτό μέχρι κι εγώ το ήξερα. Βούηξε ο τόπος. "Που λέτε λοιπόν", συνεχίζει, "στο υπέροχο εστιάτοριο που με πήγε ο δικός μου ( ... δε χάνει ποτέ στιγμή να παινέψει τον άνδρα της ζωής της όπως λέει ... αυτός ο έρως ... ) , στο διπλανό τραπέζι καθόταν μια γιαγούλα και έπιασα κουβέντα μαζί της. Πολύ συμπαθητική. Είχαν παραγγείλει..." . Τη διακόπτω. "Ξαδέρφη, θα μας πεις αυτό που είναι να πεις, ή θα μας βγάλεις την πίστη μεσημεριάτικα ; Σε λίγο αρχίζει και το σίριαλ σου στην TV και θα την κοπανήσεις τρέχοντας και θα μας αφήσεις με την περιέργεια." Αναστενάζει, και συνεχίζει... "Αμάν και συ, σα τη μάνα σου, ανυπόμονος. Πού είχα μείνει; Α... ναι... Και που λέτε, άρχισε να με ρωτάει από πού είμαι.. Μόλις της είπα την καταγωγή μου, ξαφνιάστηκε. "Να δεις που θα βγούμε συγγενείς στο τέλος", μου λέει. Ήταν από το ίδιο μέρος με τον πατέρα μου. "Πώς λένε τον πατέρα σου ;" , με ρώτησε. Όταν της απάντησα, κοντοστάθηκε για λίγα λεπτά, άρχισε να σκέφτεται, ώσπου τελικά το βρήκε. "Η (σχωρεμένη) γιαγιά σου, όταν της έπιασαν οι πόνοι και ήταν έτοιμη να γεννήσει, ήταν στο σπίτι μου για καϊφέ. Ο Γιωργάκης (σσ. ο μπαμπάς σου), κλωτσούσε πολύ. Με μια άλλη γειτόνισσα, αναλάβαμε τη γέννα... Τι μου θύμισες τώρα.. Όλες οι φίλες μου έχουν φύγει (κλάματα)..."

"Καλά μαρή, αυτό ήθελες να μας πεις τόση ώρα; Κι εγώ που νόμιζα ότι είχες κάτι σοβαρό κατά νου.. Πφφφ..." . Η άλλη εξαδέλφη είχε λυσσάξει. Περίμενε να μάθει πώς και πώς ποιος ξενοπήδησε τη Νίτσα. Απορώ πώς της είχε ξεφύγει. Μέχρι κι εγώ το ήξερα! " Εδώ ο κόσμος καίγεται και συ μας λες για την κύρα Σούλα που συνάντησες στην ταβέρνα και τις ιστορίες της..." . Γελάω. Είναι απόλαυση το μεσημεριανό μαζί με παρέα. Ειδικά όταν αρχίζουν οι κοκορομαχίες και οι φωνές σκεπάζουν τα χρατς, χρουτς, απ' τα μαχαιροπίρουνα. "Τέλος πάντων", συνεχίζει, "αφού δεν έχετε τίποτα νέο να μας πείτε, εγώ φεύγω... Πάω να μπω στο facebook. Όλο και κάποιος θα 'χει χωρίσει... (γέλια)" . "Μμμ, άντε καλέ, σιγά... Κι εγώ πάω να μιλήσω στον άνδρα μου. Του είπα ότι θα του πάρω τηλέφωνο μόλις τελειώσω το φαγητό", συμπληρώνει η άλλη.


Το γεύμα έλαβε τέλος. Η μητέρα μου, αρχίζει το συμμάζεμα του τραπεζιού, ενώ εγώ βρίσκομαι εδώ, πάνω απ' το "τικι-τικι" ( όπως λέει η γιαγιά μου ), προσπαθώντας να συμμαζέψω τις σκέψεις μου. Για να 'μαι ειλικρινής, η ιστορία που μας φύλασσε η εξαδέλφη, με συγκίνησε. Μέσα σε πέντε λεπτά , ο χρόνος , γύρισε πίσω μισό αιώνα. Το χθες, συνδέθηκε με το σήμερα. Συνδετικός κρίκος; Το κουτσομπολιό... Τελικά, μερικές αξίες παρεμένουν σταθερές και αναλλοίωτες στο πέρασμα του χρόνου. Η γλυκιά ανάμνηση της κυράς Σούλας, έμελλε να αλλάξει τον τρόπο σκέψης μου. Οποιοσδήποτε ενδοιασμός για κουτσομπολιό θα πήγαινε στον κάδο ανακύκλωσης...

Τετάρτη 27 Μαΐου 2009

Σαίξπηρ και ...Τσανακλίδου

Σίγουρα θα σκέφτεσαι , τι σχέση μπορεί να 'χει ο Σαίξπηρ με τη Τσανακλίδου και τούμπαλιν. Ε, ναι λοιπόν , δε ξέρω πώς , αλλά κατάφερε το ένα να φέρει το άλλο. Ανιαρή νύχτα. Ξαστεριά. Χμμμ , απέκτησε ενδιαφέρον ξαφνικά. Περιτριγυρίζομαι από σκέψεις. Θα έπρεπε να διαβάζω για την εξεταστική , αλλά η Φορτούνα , επιφυλλάσσει άλλα για τη ..γούνα μου. Ανοίγω το youtube , και πέφτω πάνω σε αυτό:




Και ενώ είχα αφεθεί στο τραγούδι , ένα σονέτο του Σαίξπηρ χτύπησε απαλά την πόρτα μου. Φυσικά , ευγενικός γαρ , την άνοιξα.


Σονέτο 116,


... Love is not love ,

which alters when it alteration finds...
Oh no; it is an ever-fixed mark,
It is the star...


It is the star to every wandering bark,
Whose worth is unknown
Although his heigh be taken....

Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 2008

Αναζητήσεις...

Γράφω στο ημερολόγιό μου:

Μουριές,
8 Απριλίου 2007


Την προσοχή μου αποσπά άξαφνα μία φωτογραφία. Μακαρίτες οι περισσότεροι. Γενιά του ‘40 όλοι τους. Η εικόνα είναι θαμπή, κορεσμένη από σκόνες. Κείται ξέγνοιαστη σ’ ένα μπαούλο, “από την πατρίδα”, όπως συνηθίζει να λέει η γιαγιά. Τα πρόσωπα γνωστά μα συνάμα άγνωστα. Όλα τους χαμογελούν έχοντας ένα πρωτόγνωρο βλέμμα ευτυχίας. Όλοι τους είναι συγγενείς μου. Λησμονημένο σόι. Είναι και ο παππούς μου κάπου εκεί. Ακίνητος, αλλά αγέρωχος, με παλικαρίσιο παρουσιαστικό. Πλησιάζω προς τους συγγενείς μου, θέλω να τους σφίξω το χέρι, μα μάταια. Αντί γι’ αυτούς ακουμπάω ένα κιτρινιασμένο, μουχλιασμένο κομμάτι χαρτιού, που θυμίζει μία άλλη εποχή. Μία εποχή δύσκολη, γεμάτη κακουχίες. Μία εποχή σφοδρών πολέμων. Μία εποχή φτώχειας και στερήσεων. Όμως και μια εποχή αναπόσπαστης σχέσης, αμοιβαίας αγάπης μεταξύ των ανθρώπων. Τι κι αν πέρασαν χρόνια, τι κι αν πέρασαν μήνες, τα πρόσωπα συνεχίζουν να χαμογελούν, έστω κι αν ξεχάστηκαν. Δεν κρατάν κακία. Πάει τόσος καιρός, αλλά είναι σαν το χθες, σαν το σήμερα, σαν το αύριο. Όλη αυτή η συγκινητική, γεμάτη κατάνυξη ατμόσφαιρα με κάνει να σκεφτώ συνειρμικά: “πού βαδίζουμε;” Όλοι ερχόμαστε άγνωστοι σε τούτο τον κόσμο κι άγνωστοι αναχωρούμε. Περαστικοί ... Κάποτε θα ‘μαστε και ‘μεις "παγωμένοι" πάνω σ’ ένα φύλλο. Θα μας βλέπουν και θα μας χαιρετούν. Και ο κύκλος αενάως θα συνεχίζεται. Τελικά .. Γιατί γεννιόμαστε; Γιατί πεθαίνουμε; Ποιο το νόημα ύπαρξής μας; Όχι, δεν έγινα σε μία νύχτα φιλόσοφος. Φταίει το ότι είχα να 'ρθω καιρό στο χωριό. Σήμερα ήρθαμε για κηδεία κοντινού συγγενή. Δε θέλει και πολύ. “Μία ζωή την έχουμε, ό,τι φάμε και ό,τι πιούμε, όσο ζούμε”, λέει συχνά ο πάνσοφος και πολύπειρος λαός μας. Φυσικά και δεν έχει άδικο. Κάτι μέσα μου όμως με πνίγει, κάτι μέσα μου θέλει να βγει στην επιφάνεια από τα κλειδαμπαρωμένα βάθη της ψυχής μου. “Μακάρι να μπορούσαμε να ζήσουμε για πάντα…”, σκέφτομαι. Ή μήπως όχι, τελικά; ...

Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2008

Νυχτοπερπατήματα...

Δε θύμαμαι ακριβώς, αλλά σίγουρα ήταν ένα βράδυ των διακοπών. Δεν είχα όρεξη για ύπνο, άσχετα που 'ταν περασμένες 2. Δε ξέρω γιατί, κάτι με απασχολούσε, αλλά όσο κι αν το έψαχνα, δε το έβρισκα. Ήθελα πολύ να αφεθώ στις σκέψεις μου, να ξεδώσω, αλλά οι 4 τοίχοι με ενοχλούσαν αφάνταστα. Κάπως έπρεπε να δραπετεύσω. Τι καλύτερο λοιπόν, ντύθηκα, πήρα το δρόμο και.. όπου με βγάλει.



Περπάτησα πολύ, παρέα με μελωδίες απ' μέρη μακρινά, με καπετάνιο τη σκέψη μου. Όλα σβηστά με μοναδική παρηγοριά το φως απ' τις τρεμάζουσες, διάσπαρτες καθόλη τη διαδρομή λάμπες. Το σκηνικό ήταν φοβερό. Χαμηλόβροχο, θαμπάδα, μαζί με μερικά ουρλιαχτά των αυτοκινήτων που άφηναν τα χνάρια τους μεσ' στο βαθύ έρεβος.


Είναι ωραίο το περπάτημα τη νύχτα. Σου ανοίγει την όρεξη για περιπλανήσεις, λογής λογής. Αναπολώ στιγμές, φαντάζομαι νέες, πιάνομαι και γω από κάτι τις, έτσι, για να 'χω με κάτι να ασχολούμαι. Δεν είμαι και στα καλύτερά μου.



Ξαφνικά αντικρίζω ένα εκκλησάκι. Όλη μας η ζωή συνυφασμένη με την εκκλησία. Η βάπτιση, ο γάμος, το μεγάλο αντίο. Χαρές και λύπες μπερδεμένες σαν ένα κουβάρι δίχως άκρη, που καλείσαι εσύ, να το ξετυλίξεις. Δεν είμαι καλός στο ξετύλιγμα. Ούτε έχω πολλή υπομονή. Πολλές φορές λυγίζω συναισθηματικά, δοκιμάζω τα όρια μου.

Ξετυλίγοντας αυτό το κουβάρι, μαθαίνεις πολλά. Καταρχήν, ποιος πραγματικά είσαι, σε ποιο παραμύθι πρωταγωνιστείς και αν αξίζουν οι συμπρωταγωνιστές σου. Δε ξέρω αν έχετε βρει συμπρωταγωνιστές. Προσωπικά, είμαι στο ψάξιμο. Πάντως νομίζω πως αρχίζω να με καταλαβαίνω και με φοβάμαι, με φοβάμαι πολύ. Μακάρι να 'μουν λιγότερο συναισθηματικός. Δεν είμαι κατασκευασμένος για τα μέτρα της κοινωνίας που ζω.

Μιλώντας για ζωή, νομίζω πως βρίσκομαι μόνος, χαμένος σε άλλη διάσταση. Καμιά ψυχή δε κυκλοφορεί, πολλές όμως μπορεί να περιδιαβαίνουν τους λαβυρίνθους των αυλακιών του νου, σαν και 'μενα. Δε πονάω μόνο εγώ, πονάν κι άλλοι. Δε γελάω μόνο εγώ, γελάν και άλλοι.



Εντωμεταξύ νομίζω πως έχω περπατήσει αρκετά. Μα πού είμαι; "Οδός Ακρόπολης" γράφει η ταμπέλα. Αφέθηκα και δεν έδωσα σημασία το πού πάω. Να πάρει ευχή. Αυτό παθαίνεις. Πιάνεις την οδό της σκέψης και χάνεις την οδό της στιγμής. Κακό αυτό. Πάντα προσπαθούσα να τα συνδυάσω και τα δύο αλλά αποτύχαινα συνεχώς. Ε, τώρα ας έχει την τιμητική του το πρώτο.

"I love you", είναι χαραγμένο με μισοσβησμένα γράμματα πάνω σε ένα παγκάκι. Ποιος ξέρει πού βρίσκεται αυτός που το 'γραψε. Ποιος ξέρει πόσες αγάπες έχουν φύγει και έρθει από τότε. Αυτό παραμένει όμως εκεί, να μας θυμίζει ότι πάντα μέσα στο παιχνίδι της ζωής υπάρχει και η αγάπη. Βέβαια, δε ξέρω κατά πόσο πραγματικά αγαπάμε, αλλά αυτό είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο.

Με αυτά και με αυτά, μόλις έφθασα πίσω. Κλείνω, μιας και έχει τελειώσει το λάδι απ' το καντήλι των συνειρμών μου.

Μορφέα, σου 'ρχομαι ...

Καληνύχτα

Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2007

Ύμνος δοξαστικός για τις γυναίκες που αγαπούμε...

Έτυχε και το διάβασα τις προάλλες σ' ένα βιβλίο του Εγγονόπουλου. Πραγματικά με συνεπήρε...

Είν' οι γυναίκες π' αγαπούμε σαν τα ρόδια...
έρχονται και μας βρίσκουνε τις νύχτες, όταν βρέχη...
με τους μαστούς τους καταργούν τη μοναξιά μας...
μεσ' στα μαλλιά μας εισχωρούν βαθειά...
και τα κοσμούνε σα δάκρυα, σαν ακρογιάλια φωτεινά, σα ρόδια...

Τετάρτη 12 Σεπτεμβρίου 2007

Λίγα λεπτά ακόμη...

Είναι περίπου μεσάνυχτα μιας μουντής, βροχερής νύχτας, πλημμυρισμένης από λογής λογής ευωδίες και σκέψεις. Το τοπίο ήταν εξαρχής σαγηνευτικό, που τιθάσσευε ακόμη και τον πιο αχαλήνωτο άνθρωπο. Ήταν η μέρα που το γλυκό ογκάνισμα της πένας θα ακουγόταν για πολλοστή φορά, απαλά, πάνω στο αθώο, τρυφερό χαρτί. Πάλι θα χαράμιζα μερικά λεπτά ύπνου, μαγεμένος από τα καπρίτσια της, συνεπαρμένος από τις χαραμαδιές του χαρτιού, τα μυστήρια των γραμμάτων. Ο ύπνος; Δεν είναι παρά μια ψευδαίσθηση της συγκεχυμένης πραγματικότητας, μιας ανάπαυλας των πυρών της ζωής.

Υλακές αντηχούν στις σιωπές των αιθέρων. Αυτές οι βροντές, αυτές μ’ αποσπούν από το κατεστημένο, μου φέρουν άλλους συνειρμούς και να, όπως τώρα, χάνω το παζλ των σκέψεών μου, που τόσο προσπαθούσα να αποτελειώσω. Ω, Δία, για ποιον άραγε ξελαρυγγίζεσαι πάλι ;;;

Και μετά το χάος, η άβυσσος, ο νους, ο ύπνος.

Καλή χρονιά ...